- προμεμνηστευμένας
- προμεμνηστευμένᾱς , προμνηστεύομαιperf part mp fem acc plπρομεμνηστευμένᾱς , προμνηστεύομαιperf part mp fem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.